Όταν πήρα την απόφαση να επιστρέψω στην πατρίδα μου, είχα ως στόχο τη σύγκλισή της με την Ευρώπη. Να γίνει επιτέλους μια σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα. Να μπορούμε να είμαστε υπερήφανοι όχι μόνο για το παρελθόν μας, αλλά και για το παρόν και το μέλλον μας.
Στόχος μου είναι ένα κράτος που διασφαλίζει ισοτιμία στην ευκαιρία των πολιτών. Ένα κράτος δίκαιο με ισονομία. Με έναν πολίτη που το μέλλον του δεν προδιαγράφεται από το πού και πώς γεννήθηκε. Για να είμαστε υπερήφανοι για την πατρίδα μας. Γιατί πατρίδα είναι οι άνθρωποι. Οι άνθρωποι που χρειάζονται κοινωνική προστασία για να μη μένουν σταθερά πίσω. Οι άνθρωποι που αξίζουν όχι επιβίωση αλλά μια καλύτερη ζωή.
Αλλά καμία αλλαγή δεν μπορεί να έρθει, αν πρώτα δεν αλλάξουμε εμείς. Από την πρώτη στιγμή της εκλογής μου κατέστησα σαφές ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι κόμμα των μελών. Και τα μέλη του θα συνδιαμορφώνουν τις πολιτικές του.
Δημιουργήσαμε 29 think tanks μετά από δημόσια πρόσκληση προς τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ. Για πρώτη φορά στην ελληνική πολιτική ιστορία το ευρωψηφοδέλτιο δεν αποφασίστηκε πίσω από τις πόρτες ενός κομματικού μηχανισμού, αλλά τα ίδια τα μέλη το επέλεξαν με μία πρωτοπόρο διαδικασία προκριματικών εκλογών. Αυτός είναι ο νέος ΣΥΡΙΖΑ…
Θα τα καταφέρουμε. Να δώσουμε προοπτική στο όραμά μας. Να αναγεννήσουμε την μεγάλη προοδευτική παράταξη. Μέσα από ένα κόμμα ανεξάρτητο, που μόνο στα μέλη του θα είναι υπόλογο.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη εφαρμόζει ένα νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα οικονομικής αναλγησίας, το οποίο στοχεύει στον αφανισμό της μεσαίας τάξης, στην εξασφάλιση υπερκερδών για τους ολιγάρχες και στη χορήγηση επιδομάτων αντί μίας ουσιαστικής κοινωνικής οικονομικής πολιτικής. Αυτό αποδεικνύει άλλωστε και η πρωτοφανής ακρίβεια ακόμη και σε βασικά αγαθά, η απαξίωση του δημοσίου τομέα και η διάλυση του πρωτογενούς τομέα. Παρά τις εξαγγελίες των “αρίστων” της κυβέρνησης, η ανεργία παραμένει υψηλή, την ίδια στιγμή που τα ελληνικά νοικοκυριά καλούνται να ανταπεξέλθουν στην πρωτόγνωρη ακρίβεια, η οποία επηρεάζει την ήδη χειμαζόμενη αγοραστική δύναμη των Ελλήνων και έχει πλέον επεκταθεί στα είδη πρώτης ανάγκης και στα νωπά τρόφιμα, με το δημόσιο χρέος της χώρας να είναι το υψηλότερο στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Ελλάδα των “αρίστων” βρίσκεται στην τελευταία θέση στον δείκτη καθαρής επενδυτικής θέσης και στην προτελευταία θέση στην αγοραστική δύναμη στην Ε.Ε., πάνω από την Βουλγαρία, αλλά η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει σημειώσει και μια πρωτιά: Είναι πρωταθλήτρια στις απευθείας αναθέσεις, στην οικονομική αδιαφάνεια, και στην εύνοια υπέρ των λίγων και ισχυρών. Η κυβέρνηση δεν μπορεί και δεν θέλει την κοινωνική οικονομική ευημερία γιατί δεν πιστεύει σε αυτήν.
Ο ΣΥΡΙΖΑ πιστεύει στην οικονομία της Ασφάλειας. Μιας οικονομίας δηλαδή που θα εξασφαλίζει μια αξιοπρεπή διαβίωση σε όλους τους πολίτες, θα παράσχει σε όλους ευκαιρίες και θα ανασυγκροτήσει την οικονομική και παραγωγική ραχοκοκαλιά της χώρας, την μεσαία τάξη. Αυτό θα γίνει εφικτό με ένα νέο-κεϋνσιανό μοντέλο, το οποίο θα διατηρεί τον όγκο των δημοσίων δαπανών, ανακατευθύνοντας τον όμως προς την αποδοτικότητα και τον εκσυγχρονισμό, προκαλώντας εν τέλει ένα πιο θετικό μακρο-οικονομικό αποτύπωμα το οποίο θα ωφελήσει και τον ιδιωτικό τομέα και την οικονομία των αγορών. Είναι επομένως αναγκαίο να προωθήσουμε, με κρατικό παρεμβατισμό, την ενθάρρυνση στρατηγικών επενδύσεων και σε άλλους τομείς, όπως π.χ. στην γεωργική οικονομία, στην ψηφιακή οικονομία αλλά και στο ελληνικό εμπόριο, βασιζόμενοι σε μεγάλο βαθμό και στις νέες τεχνολογίες. Με λίγα λόγια, μπορούμε με σύνεση και χωρίς δημοσιονομικό εκτροχιασμό να ανακατευθύνουμε το οικονομικό μοντέλο της χώρας με ένα δραστήριο και “έξυπνο” κράτος, το οποίο θα εγγυηθεί ως στρατηγικός επενδυτής σε κρίσιμους τομείς, την εύρυθμη λειτουργίας της οικονομίας:
Η ευημερία των εργαζομένων, των αυτοαπασχολούμενων, των μικρομεσαίων, των μη προνομιούχων αποτελεί βασικό συστατικό στοιχείο για την εύρυθμη λειτουργία της οικονομίας. Πλέον έχει αποδειχθεί με τον πλέον εμφατικό τρόπο, ότι το μοντέλο Μητσοτάκη, το οποίο προωθεί τον υπέρ-τουρισμό και “τις διακοπές μόνο για ξένους”, αλλά και την αλόγιστη κινητικότητα στην αγορά ακινήτων και απαντάται κυρίως στην νοτιό-ανατολική Ασία, δημιουργεί σειρά στρεβλώσεων στην ελληνική κοινωνία.
Ένα προοδευτικό οικονομικό μοντέλο με αναφορά στη σύγχρονη αριστερά, οφείλει να ανακατευθύνει την οικονομική δραστηριότητα στην Ελλάδα έχοντας ως γνώμονα δύο κυρίως παραμέτρους: Κατ’ αρχάς την ανάγκη επαναδημιουργίας της μεσαίας τάξης στην Ελλάδα και κατά δεύτερον την διαφοροποίηση των πηγών εσόδων της χώρας. Είναι επομένως αναγκαίο να προωθήσουμε, με κρατικό παρεμβατισμό, την ενθάρρυνση στρατηγικών επενδύσεων και σε άλλους τομείς, όπως π.χ. στην γεωργική οικονομία, στην ψηφιακή οικονομία αλλά και στο ελληνικό εμπόριο, βασιζόμενοι σε μεγάλο βαθμό και στις νέες τεχνολογίες. Ένα τέτοιο βήμα σε συνδυασμό με μια ορθολογική και δίκαιη φορολογική πολιτική, αλλά και με μία εξίσου δυναμική κρατική πολιτική για την αντιμετώπιση της στεγαστικής κρίσεως, την προώθηση της αποκέντρωσης και της περιφερειακής συνοχής, την εγκαθίδρυση ισχυρού κοινωνικού κράτους και ευρωπαϊκού κράτους δικαίου, την επένδυση στην έρευνα και την καινοτομία, θα διαδραματίσει καταλυτικό ρόλο και για το πρώτο ζητούμενο, την δημιουργία δηλαδή μιας νέας μεσαίας τάξης, η οποία παραδοσιακά αποτελεί την “ραχοκοκαλιά” της ελληνικής οικονομίας. Κατά συνέπεια, δεσμευόμαστε για τα ακόλουθα:
Επαναφορά της ΔΕΗ υπό δημόσιο έλεγχο και κατοχύρωση του δημόσιου χαρακτήρα της
Αύξηση των παραρτημάτων των παραγωγικών σχολών του δημοσίου Πανεπιστημίου
Χρηματοδότηση από ευρωπαϊκούς και εθνικούς πόρους για την διαφοροποίηση του είδους της αγροτικής παραγωγής ανάλογα με το συγκριτικό πλεονέκτημα της κάθε γεωγραφικής περιφέρειας της Ελλάδος (π.χ. ανάλογα με το τι ποικιλίες προϊόντων ευδοκιμούν στο κάθε μέρος ανάλογα με το κλίμα, τις γεωμορφολογικές συνθήκες κτλ.)
Η Ελληνική Αστυνομία, στην παρούσα φάση καταγράφεται ως ένας ακόμη εθνικός φορέας του τομέα ασφάλειας της χώρας, που η πολιτική του διαχείριση την τελευταία πενταετία έγινε αφενός στη βάση του δόγματος «νόμος και τάξη» κι αφετέρου της άσκησης προσωπικών πολιτικών, πελατειακών σχέσεων, απροκάλυπτων ιδιοτελών κινήτρων και αδιαφανών κομματικών σκοπιμοτήτων στη λογική του «κράτους-λάφυρου».
Απαιτείται η λήψη κεντρικής πολιτικής απόφασης για το είδος και τη μορφή της Αστυνομίας, που χρειάζεται η χώρα την επόμενη μέρα. Στη βάση αυτή πρέπει να καθοριστούν και οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και δομικές αλλαγές, ώστε η Ελληνική Αστυνομία να αλλάξει εποχή. Ειδικότερα, είναι σημαντικό να αλλάξει το μοντέλο λειτουργίας της και να επαναπροσδιορισθούν οι στόχοι της, με ανάλογες τομές στην αναδιάρθρωση και τον εκσυγχρονισμό της οργανωτικής δομής, της λειτουργίας και των μηχανισμών ανταπόκρισής της στις σύγχρονες κοινωνικές ανάγκες. Βασικό δόγμα για την λειτουργία της νέας Αστυνομίας, θα πρέπει να είναι η αποτελεσματική προστασία των πολιτών, με την παράλληλη ενίσχυση του κοινωνικού της ρόλου έναντι του κατασταλτικού.
Πρώτη και κύρια τομή θα πρέπει να είναι ο πλήρης εκδημοκρατισμός της οργάνωσης και της λειτουργίας του Σώματος, η διαμόρφωση σχέσης εμπιστοσύνης με την κοινωνία και τους πολίτες και η βελτίωση των συνθηκών εργασίας των αστυνομικών.
Αποτέλεσμα: Διασφαλίζεται η καλύτερη δυνατή επιλογή Αστυνομικής Ηγεσίας, με απολύτως διαφανείς και αξιοκρατικές διαδικασίες, κάτι που αποτελεί χρόνιο αίτημα και της ΠΟΑΣΥ.
με 3ετή θητεία αποκλειστικής απασχόλησης, η επιλογή του οποίου θα γίνεται με διαφανή και αξιοκρατικά κριτήρια και την ευρύτερη δυνατή διακομματική συναίνεση.
Αποτέλεσμα: Έτσι αποτρέπεται και αποκόπτεται θεσμικά κάθε προσπάθεια παρέμβασης και συγκάλυψης ήθελε επιχειρηθεί, από οποιαδήποτε πλευρά.
Έργο της Επιτροπής Σοφών, είναι η διεύρυνση της εκπαίδευσης των Αστυνομικών σε θέματα:
με παύση των προσλήψεων εκτός παραγωγικών σχολών. Μετεκπαίδευση και φοίτηση σε τμήματα εξομοίωσης της Αστυνομικής Ακαδημίας, κατά το πρότυπο των Παιδαγωγικών Ακαδημιών, όσων από τους υπηρετούντες δεν έχουν ήδη ενταχθεί ως αστυφύλακες με την συμπλήρωση 5ετίας, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα. Όσοι αποφοιτήσουν επιτυχώς, θα ενταχθούν με τα ίδια καθήκοντα, δικαιώματα και προοπτικές των αντίστοιχων αποφοίτων της Αστυνομικής Ακαδημίας, ενώ οι αποτυχόντες θα συνεχίσουν να υπηρετούν βοηθητικά, με το υφιστάμενο καθεστώς, μέχρι τη συνταξιοδότησή τους.
Αποτέλεσμα: Με τον τρόπο αυτό μπαίνει τέλος στα φαινόμενα πρόσληψης Ειδικών Φρουρών και διάθεσης σε υπηρεσία, πόσο μάλλον σε Υπηρεσίες αιχμής, με εκπαίδευση δύο μόλις μηνών.
Ενός για την αστυνόμευση της επαρχίας και ενός για την αστυνόμευση των μεγάλων αστικών κέντρων της χώρας, ενδεχομένως με κοινές κάποιες Κεντρικές Υπηρεσίες (πχ Δ/νση Κρατικής Ασφάλειας, Αντιτρομοκρατική, Εσωτερικών Υποθέσεων, Οικονομική Αστυνομία, Δίωξη Ηλεκτρονικού και Οργανωμένου Εγκλήματος).
Η εν λόγω εφαρμογή κρίνεται ιδιαιτέρως χρήσιμη σε περιπτώσεις όπου ο πολίτης δεν μπορεί να καλέσει την αστυνομία λόγω φόβου (π.χ. ενδοοικογενειακή βία) σε πραγματικό χρόνο, ή για οποιονδήποτε λόγο δεν μπορεί να επικοινωνήσει στο τηλέφωνο.
Είναι εμφανές ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν μπορεί να διαχειρισθεί το κρίσιμο ζήτημα της πολιτικής προστασίας. Δεν διαθέτει ούτε τη γνώση ούτε την βούληση για να δημιουργήσει έναν πραγματικά ανεξάρτητο μηχανισμό πολιτικής προστασίας. Αντ’ αυτού περιορίζεται στην κομματικοποίηση (και) της Πολιτικής Προστασίας με μόνο σκοπό την επικοινωνιακή και μικροπολιτική διαχείριση των καταστροφών. Χρειάζεται μετασχηματισμός του δόγματος αντιμετώπισης φυσικών καταστροφών: Το 112 και οι εκκενώσεις δεν πρέπει να αντικαθιστούν την ανάγκη για έγκαιρη πρόληψη και άμεση επέμβαση για περιορισμό, ανάσχεση ή και αποτελεσματική αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών. Προτεραιότητα λοιπόν έχει η πρόληψη και η άμεση αντίδραση.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεσμεύεται ότι η Πολιτική Προστασία θα μετασχηματισθεί σε Εθνική Ανεξάρτητη Αρχή, με δομή διοικητικού επικεφαλής και επιχειρησιακού διοικητή, με σύμβαση ορισμένου χρόνου έτσι ώστε να μην μπορούν να γίνουν κομματικές παρεμβάσεις στο έργο του.
Η ηγεσία της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας θα επιλέγεται με βάση την ακόλουθη φόρμουλα:
Παράλληλα καθίσταται επιτακτική ανάγκη η εκπόνηση μελέτης για την υπογειοποίηση των καλωδιώσεων του ΔΕΔΗΕ προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος πυρκαγιών.
Τα παροπλισμένα και παλαιότερα οχήματα και άρματα των ΕΔ θα μετασχηματίζονται και θα χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών (π.χ. εκκενώσεις).
Στο ίδιο μοτίβο θα προχωρήσουμε σε άμεση παραγγελία νέων πυροσβεστικών αρμάτων Λέοπαρντ, τα οποία κατασκεύασε με μεγάλη επιτυχία το 304 Προκεχωρημένο Εργοστάσιο Βάσης (ΠΕΒ). Παράλληλα θα μελετηθεί και η μετατροπή άλλων παλαιότερων αρμάτων μάχης σε πυροσβεστικά.
Σύναψη Μνημονίων Κατανόησης με χώρες όπως ο Καναδάς, η Ρουμανία και οι ΗΠΑ που έχουν υψηλή τεχνογνωσία στον εν λόγω τομέα, με προγράμματα ανταλλαγής και εκπαίδευσης στον τομέα της Πολιτικής Προστασίας.
Σημαντικές μεταρρυθμίσεις στον Δημόσιο Τομέα και μετακίνηση από τη λογική του μεγάλου πελατειακού κράτους, στο στρατηγικό κράτος, το οποίο θα ανακατευθύνει – χωρίς να συρρικνώνει – τις δημόσιες δαπάνες εκεί που πραγματικά υπάρχει ανάγκη:
Κατά την περίοδο Μητσοτάκη, ακολουθείται μια αδιαφανής, Ι.Χ. εξωτερική πολιτική, με σημαντικές μεταβολές σε πάγιες ελληνικές θέσεις, χωρίς να έχει γίνει καμία προσπάθεια διαμόρφωσης ενός κλίματος εθνικής συναίνεσης με τον απαιτούμενο διάλογο. Η Νέα Δημοκρατία, εγκαταλείποντας την πολυδιάστατη, ενεργητική εξωτερική πολιτική που άσκησε ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, σημειώνει υποχωρήσεις σε όλα τα μέτωπα: Έχει εγκαταλείψει πλήρως τις πάγιες εθνικές γραμμές στο Κυπριακό, επιτρέπει τις διαρκείς προκλήσεις Ράμα και VMRO, σημειώνει υποχωρητικότητα απέναντι στην αναθεωρητική πολιτική Ερντογάν και εμπλέκει αδιαφανώς την χώρα στο Ουκρανικό.
Ως μείζονα προβλήματα τα οποία δημιούργησε η κυβέρνηση Μητσοτάκη στην εξωτερική πολιτική, εντάσσονται οι ακόλουθοι τομείς:
Στα ελληνοτουρκικά, η κυβέρνηση έχει επαναπαυθεί στη Διακήρυξη των Αθηνών και “φιλτράρει” τις σχέσεις με την Άγκυρα με γνώμονα τα επικοινωνιακά οφέλη. Έτσι βλέπουμε να έχει επιδοθεί σε μια πρωτοφανή υποβάθμιση των τουρκικών προκλήσεων, όπως για παράδειγμα έγινε με την αμφισβήτηση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων από την Τουρκία, λίγο έξω από τα χωρικά ύδατα της Κάσου. Με λίγα λόγια, όσο η κυβέρνηση επικαλείται “ήρεμα νερά” στο Αιγαίο, η Τουρκία επαναφέρει τόσο σε επίπεδο ρητορικής όσο και σε επίπεδο ενεργειών, το αναθεωρητικό αφήγημα της Γαλάζιας Πατρίδας.
Αναφορικά με το Κυπριακό, η κυβέρνηση τηρεί και εκεί στάση υποβάθμισης των τουρκικών προκλήσεων, προβαίνοντας παράλληλα σε ανυπόστατες δηλώσεις περί “παραθύρου ευκαιρίας” για διάλογο, την ίδια στιγμή που η Άγκυρα με τον πλέον εμφατικό τρόπο απορρίπτει το πλαίσιο διαλόγου και επίλυσης που έχει περιγράψει με ξεκάθαρο τρόπο το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ στα σχετικά ψηφίσματά του, αλλά και ο ΓΓΗΕ.
Επί Μητσοτάκη κατέστη εν τέλει δυνατή η αγορά από την Τουρκία αμερικανικών F-16 χωρίς να συνοδεύεται από αυστηρούς περιοριστικούς όρους για παράνομες ενέργειες σε βάρος της Ελλάδος και της Κυπριακής Δημοκρατίας. Πρόκειται για ένα σοβαρό πλήγμα στον αγώνα που πραγματοποίησαν οι ελληνοαμερικανικές οργανώσεις, τον οποίο η κυβέρνηση εργαλειοποίησε και οικειοποιήθηκε και στη συνέχεια τον εγκατέλειψε, επιδιδόμενη σε μυστική διπλωματία.
Στο ζήτημα της Ουκρανίας, η κυβέρνηση έχει παρουσιάσει ανησυχητική εμπλοκή, προμηθεύοντας διαρκώς με οπλικά συστήματα το Κίεβο – με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την μείωση της αποτρεπτικής δυνατότητας της χώρας ιδίως στα νησιά – και προβαίνοντας σε σειρά μυστικών συμφωνιών με την ουκρανική κυβέρνηση, τις οποίες πληροφορούμαστε από ανακοινώσεις της ουκρανικής προεδρίας.
Στο Παλαιστινιακό και στη σύγκρουση Ισραήλ – Χεζμπολλάχ, η κυβέρνηση επέλεξε να προβεί σε μια ηχηρή στήριξη της ισραηλινής κυβέρνησης, αγνοώντας τον μεγάλο αριθμό νεκρών αμάχων Παλαιστινίων, ενώ στη συνέχεια τήρησε μια στάση επιλεκτικής σιγής, χωρίς να φροντίσει να αναλάβει καμία πρωτοβουλία για την κατάπαυση του πυρός ή για την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας.
Όσον αφορά το ζήτημα της Συμφωνίας των Πρεσπών και τις συνεχείς πλέον παραβιάσεις της από την κυβέρνηση VMRO, Η κυβέρνηση Μητσοτάκη φέρει φαρδιά – πλατιά την υπογραφή της και σε αυτή την ζημία στα εθνικά συμφέροντα, αποφεύγοντας όλα αυτά τα χρόνια οποιαδήποτε ενεργητική εμπλοκή με τη Συμφωνία προκειμένου να διατηρήσει τις εσωκομματικές της ισορροπίες. Για χάρη των μικροπολιτικών της σκοπιμοτήτων, η Νέα Δημοκρατία απέφυγε επιμελώς να θωρακίσει τη Συμφωνία, πιέζοντας τη γείτονα για πιστή εφαρμογή της, ενώ δεν φρόντισε να αναπτύξει τις διμερείς στρατηγικές σχέσεις και τον ρόλο της Ελλάδας στη Βόρεια Μακεδονία, κυρώνοντας τα μνημόνια και υπογράφοντας καινούργια, κάτι το οποίο θα ενίσχυε την επιρροή της Αθήνας στα Σκόπια. Αποτέλεσμα, είναι όχι μόνο οι συνεχείς παραβιάσεις της Συμφωνίας από το Πρωθυπουργό και την Πρόεδρο της Βόρειας Μακεδονίας, αλλά και από τον Τούρκο ΥΠΕΞ, την ίδια στιγμή που η Τουρκία και η Βόρεια Μακεδονία αναπτύσσουν σχέσεις σε στρατηγικό επίπεδο.
Στην πολυμερή διπλωματία, ενώ η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ είχε συγκροτήσει σειρά πολυμερών περιφερειακών σχημάτων, με την συμμετοχή και της Κυπριακής Δημοκρατίας, (π.χ. Ελλάδα – Κύπρος – Αίγυπτος, 3+1, Ελλάδα – Κύπρος – Ιορδανία, Ελλάδα – Κύπρος – Παλαιστίνη, Ελλάδα – Κύπρος – Αρμενία), όλα αυτά ατόνησαν επί Νέας Δημοκρατίας, η οποία περιόρισε τις διεθνείς σχέσεις της Ελλάδος στο δίπτυχο Ουάσιγκτον – Βρυξέλλες.
Η διαμόρφωση μιας ενεργητικής & πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής, βασισμένης στο διεθνές δίκαιο, με ενίσχυση του ρόλου της Ελλάδας ως πυλώνα ειρήνης και σταθερότητας και περιφερειακό αναπτυξιακό/ ενεργειακό κόμβο. Γέφυρα μεταξύ της Ευρώπης και χωρών του “Παγκόσμιου Νότου”.
Διαμόρφωση συνεκτικής πολιτικής ως προς την Τουρκία, βασισμένης στο διεθνές και ευρωπαϊκό δίκαιο και φυσικά στο Δίκαιο της Θάλασσας. Σε ευρωτουρκικό επίπεδο πρέπει να υπάρξει άμεση διασύνδεση της αναθεώρησης της Τελωνειακής Ένωσης ΕΕ-Τουρκίας με την κατάθεση συνυποσχετικού Ελλάδας-Τουρκίας στη Χάγη για την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ με σεβασμό στο διεθνές δίκαιο και με παράλληλη διεκδίκηση επιβολής ευρωπαϊκών κυρώσεων στην Τουρκία εάν επιλέξει τον δρόμο των προκλήσεων. Ταυτόχρονα, αναγνωρίζοντας την σημασία οικοδόμησης καλών σχέσεων με τον τουρκικό λαό, θα δοθεί έμφαση και σε επίπεδο κοινωνίας των πολιτών και οικονομικής συνεργασίας, με πρωτοβουλίες διαλόγου και ενίσχυση της διπλωματίας των πόλεων.
Βασικές αρχές μας για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις είναι οι ακόλουθες:
α. Καμία συζήτηση που να αφορά την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών, την κυριαρχία της χώρας και την συνεκμετάλλευση ή απεμπόληση του δικαιώματος επέκτασης των χωρικών υδάτων μέχρι τα 12 ναυτικά μίλια.
β. Προοπτική προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης αποκλειστικά και μόνο για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ.
γ. Σαφής καθορισμός των όρων υπό τους οποίους θα προχωρήσουν οι διερευνητικές συνομιλίες.
δ. Αξιοποίηση των συμμαχιών μας ώστε η Τουρκία να μην εργαλειοποιήσει την ύφεση στις σχέσεις μας προς όφελός της και να δεσμευτεί μακροπρόθεσμα στον ελληνοτουρκικό και ευρωτουρκικό διάλογο.
α. Επανεκκίνηση των συνομιλιών για δίκαιη και βιώσιμη λύση, από εκεί που διεκόπησαν στο Κρανς Μοντανά, στη βάση των Αποφάσεων του ΟΗΕ, προς όφελος του συνόλου του κυπριακού λαού, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Λύση διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας, με πολιτική ισότητα, με μία ιθαγένεια, μία κυριαρχία και μία διεθνή προσωπικότητα, χωρίς εγγυήσεις και κατοχικά στρατεύματα.
β. Διασύνδεση της συμμόρφωσης της Τουρκίας με τις Αποφάσεις του ΣΑ ΟΗΕ για την επίλυση του Κυπριακού με τις ευρωτουρκικές σχέσεις.
γ. Ανάληψη πρωτοβουλίας για το ζήτημα των Αγνοουμένων σε επίπεδο ΟΗΕ, Ευρωκοινοβουλίου και Συμβουλίου της Ευρώπης, προκειμένου η Τουρκία να διευκολύνει το έργο της Διερευνητικής Επιτροπής, στο πλαίσιο των εξαγγελιών του Στέφανου Κασσελάκη από την Κυπριακή Δημοκρατία.
Το ζήτημα της διεκδίκησης των γερμανικών αποζημιώσεων, είναι ηθικό θέμα και θέμα αρχής για όλους τους Έλληνες. Υπό αυτό το πρίσμα, ακόμη και ένα ευρώ να κοστολογούνται, οι γερμανικές οφειλές προς την Ελλάδα αποτελούν ανοικτό ζήτημα. Ως εκ τούτου θα προχωρήσουμε σε διεκδίκηση των γερμανικών πολεμικών επανορθώσεων, με σχέδιο εθνικής στρατηγικής στη βάση της Έκθεσης-Πόρισμα της Διακομματικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής του Απριλίου του 2019.
Copyright © 2024 All Rights Reserved